- Καλαοίδια
- Καλαοίδια και Καλαβοίδια, τὰ (Α)1. εορτή τής Αρτέμιδος στη Λακωνική2. (κατά τον Ησύχ.) «Καλαβοίδιαἐν τῷ τῆς Δερεάτιδος ἱερῷ Ἀρτέμιδος ᾀδόμενοι ὕμνοι».[ΕΤΥΜΟΛ. Αβέβαιης ετυμολ. Η λ. σχηματίστηκε πιθ. από τη φρ. καλαί ἀοιδαί «ωραία άσματα» + κατάλ. -ια, δηλωτική τών εορτών. Κατ' άλλη, λιγότερο πιθανή, άποψη, η λ. αποτελεί προϊόν συνθέσεως τών ρημάτων καλεῑν και ἀείδειν].
Dictionary of Greek. 2013.